| English |
Greek |
| It rained. |
Εβρεξε. |
| Abrams barked. |
Ο Αντρεας γαυγισε . |
| The window opened. |
Το παραθυρο ανοιξε . |
| Abrams chased Browne. |
Ο Αντρεας κυνηγησε τον Βασιλη . |
| Abrams handed Browne the cigarette. |
Ο Αντρεας εδωσε στον Βασιλη το τσιγαρο . |
| Abrams handed the cigarette to Browne. |
Ο Αντρεας εδωσε το τσιγαρο στον Βασιλη . |
| Abrams bet Browne a cigarette that it rained. |
Ο Αντρεας στοιχηματισε με τον Βασιλη οτι εβρεξε . |
| Abrams knew that it rained. |
Ο Αντρεας ηξερε οτι εβρεξε . |
| Abrams intended to bark. |
Ο Αντρεας προτιθετο να γαυγισει . |
| Abrams intended Browne to bark. |
Ο Αντρεας ηθελε να γαυγισει ο Βασιλης . |
| Every cat barked. |
Καθε γατα γαυγισε . |
| Every cat chased some dog. |
Καθε γατα κυνηγησε καποιο σκυλο . |
| My cat barked. |
Η γατα μου γαυγισε . |
| It barked. |
Γαυγισε . |
| The cat chased it. |
Η γατα το κυνηγησε . |
| The cat chased itself. |
Η γατα κυνηγησε τον εαυτο της . |
| The cat chased one. |
Η γατα κυνηγησε ενα . |
| Mine barked. |
Ο δικος μου γαυγισε . |
| That opened. |
Αυτο ανοιξε . |
| Cats bark. |
Οι γατες γαυγιζουν . |
| Tobacco arrived. |
Ευτασε ο καπνος . |
| Some bark. |
Καποιοι γαυγιζουν . |
| Some of the cats bark. |
Καποιες απο τις γατες γαυγιζουν . |
| No cat barked. |
Καμια γατα δε γαυγισε . |
| Did the dog bark? |
Γαυγισε ο σκυλος ; |
| Which dog barked? |
Ποιος σκυλος γαυγισε ; |
| Whose dog barked? |
Τινος ο σκυλος γαυγισε ; |
| Chase Browne! |
Κυνηγησε τον Βασιλη ! |
| Abrams wondered which dog barked. |
Ο Αντρεας αναρωτηθηκε ποιο σκυλι γαυγισε . |
| Abrams wondered whether Browne barked. |
Ο Αντρεας αναρωτηθηκε εαν γαυγισε ο Βασιλης . |
| The dog that Browne chased barked. |
Ο σκυλος που κυνηγησε ο Βασιλης γαυγισε . |
| The dog to chase is barking. |
Ο σκυλος που θα κυνηγηθει γαυγιζει . |
| The dog was chased by Browne. |
Ο σκυλος κυνηγηθηκε απο τον Βασιλη . |
| The dog chased by Browne barked. |
Ο σκυλος που κυνηγηθηκε απο τον Βασιλη γαυγισε . |
| The dog is barking. |
Ο σκυλος γαυγιζει . |
| The dog has barked. |
Ο σκυλος γαυγισε . |
| The dog has been barking. |
Ο σκυλος γαυγιζε . |
| The dog had been barking. |
Ο σκυλος γαυγιζε . |
| The dog will bark. |
Ο σκυλος θα γαυγισει . |
| The dog is going to bark. |
Ο σκυλος θα γαυγισει . |
| The dog could bark. |
Ο σκυλος μπορουσε να γαυγισει . |
| The dog couldn't bark. |
Ο σκυλος δεν μπορουσε να γαυγισει . |
| The old dog barked. |
Το γερικο σκυλι γαυγισε . |
| The dog barked softly. |
Ο σκυλος γαυγισε χαμηλοφωνα . |
| The dog probably barked. |
Ο σκυλος μαλλον γαυγισε . |
| The dog barked in the garden. |
Ο σκυλος γαυγισε στον κηπο . |
| The dog barks now. |
Ο σκυλος γαυγιζει . |
| The garden dog barked. |
Ο σκυλος στον κηπο γαυγισε . |
| The tobacco garden dog barked. |
Ο σκυλος στον κηπο με τον καπνο γαυγισε . |
| The cat is old. |
Αυτη η γατα ειναι γρια . |
| The cat is in the garden. |
Η γατα ειναι στον κηπο . |
| The barking dog chased Browne. |
Ο σκυλος που γαυγιζει κυνηγησε τον Βασιλη . |
| Chased dogs bark. |
Τα κυνηγημενα σκυλια γαυγιζουν . |
| Chasing the cat is old. |
Το να κυνηγας τη γατα ειναι ξεπερασμενο . |
| That the cat chases Browne is old. |
Το οτι η γατα κυνηγαει τον Βασιλη ειναι παλιο . |
| Dogs chase whatever barks. |
Οι σκυλοι κυνηγουν οτιδηποτε γαυγιζει . |
| The dog barked every day. |
Ο σκυλος γαυγιζε καθε μερα . |
| When did the dog bark? |
Ποτε γαυγισε ο σκυλος ; |
| Three of the dogs bark. |
Τρεις απο τους σκυλους γαυγιζουν . |
| Three bark. |
Τρεις γαυγιζουν . |
| Browne's dog barks. |
Ο σκυλος του Βασιλη γαυγιζει . |
| Browne's barks. |
Του Βασιλη γαυγιζει . |
| Twenty three dogs bark. |
Εικοσιτρεις σκυλοι γαυγιζουν . |
| Two hundred twenty dogs bark. |
Διακοσιοι εικοσι σκυλοι γαυγιζουν . |
| Abrams arrived by car. |
Ο Αντρεας ηρθε με αυτοκινητο . |
| Abrams kept barking. |
Ο Αντρεας συνεχισε να γαυγιζει . |
| Browne squeezed the cat in. |
Ο Βασιλης πιεσε τη γατα μεσα . |
| Browne squeezed in the cat. |
Ο Βασιλης πιεσε τη γατα . |
| The picture of Abrams arrived. |
Η φωτογραφια του Αντρεα εφτασε . |
| Abrams wiped the table clean. |
Ο Αντρεας σκουπισε το τραπεζι . |
| Abrams put Browne in the garden. |
Ο Αντρεας εβαλε τον Βασιλη στον κηπο . |
| The dog will bark if Browne arrives. |
Ο σκυλος θα γαυγισει εαν ερθει ο Αντρεας . |
| Abrams and Browne arrived. |
Ο Αντρεας και ο Βασιλης εφτασαν . |
| Abrams, Browne and the dog arrived. |
Ο Αντρεας, ο Βασιλης και ο σκυλος εφτασαν . |
| The dog arrived and barked. |
Ο σκυλος εφτασε και γαυγισε . |
| The dog arrived and Browne barked. |
Ο σκυλος εφτασε και ο Βασιλης γαυγισε . |
| The dog barked, didn't it? |
Ο σκυλος γαυγισε, ε; |
| It is obvious that the dog barked. |
Ειναι φανερο οτι ο σκυλος γαυγισε . |
| Abrams promised Browne to bark. |
Ο Αντρεας υποσχεθηκε στον Βασιλη να γαυγισει . |
| Abrams seems to bark. |
Ο Αντρεας μοιαζει να γαυγιζει . |
| Abrams believes Browne to be barking. |
Ο Αντρεας πιστευει οτι ο Βασιλης γαυγιζει. |
| It bothered Abrams that Browne barked. |
Τον Αντρεα ενοχλησε που γαυγισε ο Βασιλης . |
| It took Abrams ten minutes to arrive. |
Ο Αντρεας εκανε δεκα λεπτα να φτασει . |
| Abrams left it to Browne to bark. |
Ο Αντρεας ανεθεσε στο Βασιλη να γαυγισει . |
| Abrams strikes Browne as old. |
Ο Αντρεας μοιαζει στον Βασιλη για γερος . |
| Browne considers Abrams old. |
Ο Βασιλης θεωρει οτι ο Αντρεας ειναι γερος . |
| Abrams liked the idea that Browne could bark. |
Του Αντρεα του αρεσε η ιδεα οτι ο Βασιλης μπορουσε να γαυγισει . |
| Abrams barked from ten to three. |
Ο Αντρεας γαυγιζε απο τις δεκα ως τις τρεις . |
| Abrams was very old. |
Ο Αντρεας ηταν πολυ γερος . |
| Nearly every dog barked. |
Σχεδον καθε σκυλι γαυγισε . |
| Abrams barked very softly. |
Ο Αντρεας γαυγισε πολυ χαμηλοφωνα . |
| Browne's chasing of cats bothered Abrams. |
Τον Αντρεα ενοχλησε οτι ο Βασιλης κυνηγησε γατες . |
| It bothered Browne that Abrams chased cats. |
Τον Βασιλη ενοχλησε οτι ο Αντρεας κυνηγησε γατες . |
| June third arrived. |
Η τριτη Ιουνιου εφτασε . |
| Abrams arrived at three twenty. |
Ο Αντρεας εφτασε στις τρεις και εικοσι . |
| Browne arrived on Tuesday morning. |
Ο Βασιλης εφτασε την Τριτη το πρωι . |
| The cats found a way to bark. |
Οι γατες βρηκαν εναν τροπο να γαυγιζουν . |
| The happier dog chased Browne. |
Το πιο χαρουμενο σκυλι κυνηγησε τον Βασιλη . |
| There were cats in the garden. |
Υπηρχαν γατες στον κηπο . |
| That dog chased Browne. |
Αυτος ο σκυλος κυνηγησε τον Βασιλη . |
| Somebody chased Abrams. |
Καποιος κυνηγησε τον Αντρεα . |
| How happy was Abrams? |
Ποσο χαρουμενος ηταν ο Αντρεας ; |
| The number five bothers Browne. |
Ο αριθμος πεντε ενοχλει τον Βασιλη . |
| Abrams could. |
Ο Αντρεας μπορουσε . |
| Browne tried to. |
Ο Βασιλης προσπαθησε . |
| Don't bark! |
Μη γαυγιζεις ! |
| The dog arrived barking. |
Ο σκυλος εφτασε γαυγιζοντας . |